νευροτενής

νευροτενής
νευροτενής, -ές (Α)
ο τεντωμένος ή ο κατασκευασμένος με χορδές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νεῦρον «χορδή» + -τενής (< *τένος < τείνω), πρβλ. σχοινο-τενής, ταυρο-τενής].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • νευροτενεῖς — νευροτενής stretched by sinews masc/fem acc pl νευροτενής stretched by sinews masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νεύρο — το (ΑΜ νεῡρον) 1. συν. στον πληθ. τα νεύρα βιολ. όργανα υπό μορφή υπόλευκης ταινίας ή νήματος τα οποία μεταφέρουν τις αισθητικές και κινητικές διεγέρσεις μεταξύ εγκεφάλου και νωτιαίου μυελού αφ ενός και τών διαφόρων οργάνων, αφ ετέρου, και πρός… …   Dictionary of Greek

  • ՋԼԱՁԻԳ — ( ) NBH 2 0674 Chronological Sequence: 6c, 10c ա. νευροτένης nrvis intentus, contentus. Ոյր ջիլն է ձգեալ. ուր իցէ ձգումն ջլաց ʼի խոնջութէան կամ յուժգին պրկմանէ. ... *Զօրքն ամենայն վայրագնաց ջլաձիգ խզմամբ տաժանեալ. Յհ. կթ.: *Ի սքանչման… …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”